Σάββατο 9 Μαΐου 2009

Το κακόμοιρο το πουτανάκι...

Επειδή είμαι λίγο παρμένος -με άσχετα πράγματα-, είναι εξαιρετική ευκαιρία να γράψω για κάτι που συνάντησα στον τηλεοπτικό μου κόσμο εχθές:

Πρωί, σε άλτερ - σταρ επιπέδου κανάλι.

Κυρία, γύρω στα 35, να εξηγεί στην γελοιοπαρέα που ακούει σοβαροφανής, γιατί θα αφήσει τον τύπο που είναι μαζί του εδώ και έξι χρόνια, για να παντρευτεί τον προϊστάμενό της.

Τον οποίο γνωρίζει εδώ και μερικούς μήνες, αλλά βγαίνουν για μερικές εβδομάδες.

Τον παντρεύεται -και χωρίζει τον παλιό- γιατί, κατά δήλωσή της, έτσι θα εξασφαλίσει το μέλλον της.

Στο σπίτι που μπαίνει η φτώχεια, η αγάπη βγαίνει από το παράθυρο, και άλλα τέτοια πονηρά.

Ο άλλος έχει καλή καρδιά, και μακάρι να βρει αυτήν που του αξίζει, αλλά εγώ θα πάω στο χρήμα.

Εγώ, αυτές τις γυναίκες, τις λέω πουτάνες.

~

Αλλά, ας πιάσουμε την ιστορία από την αρχή:

Μαζί με τον Νίκο πίνουμε καφέ στο Κολωνάκι. Κοιτάμε και χαζεύουμε, μας κοιτάνε και χαζεύουν, ξέρεις τώρα, χαβαλές να γίνεται.

Στην περατζάδα, περνάει παππούς με κοπελίτσα. Ο παππούς είναι ματσό, φανερό, η κοπελίτσα είναι κοπελίτσα, φανερή.

Του κρατάει το χέρι, ερωτικά. Σφικτά.

Ο Νίκος τα παίρνει -συνηθισμένο- και μου λέει “να πεταχτώ να του πω που πας ρε παππού με την εγγονή σου;”

Περίμενε, του λέω. Αν ήσουν παππούς, και είχες τέτοιο χρήμα, και τέτοια γκομενίτσα, θα σε ένοιαζε;

Όχι, φυσικά. Δεν θα σε ένοιαζε.

Συνεπώς, ο παππούς, καλά ξηγιέται. Τα εμφανίζει, και όποια της γυαλίσει, πάει.

Ξεπουλιέται.

Νομίζεις ότι σταματάει εκεί; Πόσες φορές δεν έχω ακούσει κοπέλα να λένε “να έχει και λεφτά να με βγάζει έξω;” και “να έχει και αμάξι -καλό- να με πηγαίνει διαδρομές;”

Η κάθε μία, ότι μπορεί να πουλήσει, όσο μπορεί να το πουλήσει.

Και αν δεν έχει αμάξι; Και αν δεν έχει λεφτά; Και αν είναι ο μαλάκας της αρχικής κουβέντας μας που δεν;

Θα βρεθεί κάποιος γερο-προϊστάμενος, να φάμε καλύτερα.

Ποιοι έρωτες τώρα, για τέτοια είμαστε;

Η Λιλίκα ή φίλη μου, έχει γούνα -από τον δικό της-, η Κατερίνα (η γαμιόλα) της πήρε αμάξι, η Ντίνα του τα τρώει στα μπουζούκια, και εγώ στους έρωτες;

Και ψάχνονται για το καλύτερο πορτοφόλι. Γιατί ηδονίζονται με το χρήμα, με την εξουσία. Ο πως-τον-λέγανε με την γραμματέα, ο ιδιοκτήτης τηλεοπτικού σταθμού με την ηθοποιό, ο επιχειρηματίας με την ηθοποιό.

Τι τους βρήκανε; ομορφιά; ρώμη; λεφτά και εξουσία, αυτό τους βρήκανε.

Και αυτοί έχουν να δείχνουν τα πιπίνια τους και να λένε στα κολλητάρια “κοίτα πόσα λεφτά έχω”, και να καμαρώνονται για τις κοπέλες τους, την Τζίνα, ή την έτσι, ή την αλλιώς…

…αλλά αυτές; Δεν έχουν μεγαλύτερη διαφορά απο ένα αυτοκίνητο, ή ένα σπίτι. Αντικείμενα.

Που πρέπει να φαίνονται όμορφα, όσο ακόμα περνάει η μπογιά τους, για να βρουν το κορόϊδο να του τα φάνε - αλλά μέχρι τότε θα έχουν ξεφτίσει, και θα ψάχνουν την ηδονή στους πόρνους άνδρες-μοντέλα.

Γιατί είπαμε: τον πούλησαν τον έρωτα. Νωρίς. Τα όνειρα δεν αγοράζονται με μάστερκαρτ, ακόμα και χρυσές. Γιατί αν ήταν έτσι, θα τα ξανακέρδιζες. Τα όνειρα τα ακρωτηριάζεις για να έχεις αμάξι και να γεμίσεις το μαλακισμένο γελοίο κενό που σου άφησε η απουσία του συναισθήματος.

Το φόρεμα των δεκάδων χιλιάδων ευρώ και η παρουσία στο γκαλά με τις άλλες πουτάνες, δεν αξίζουν μία ματιά από κάποιον που σε αγαπάει.

Αγαπάει αληθινά.

Όσο και αν το λένε οι διαφημίσεις, τα παπούτσια που θα σε κάνουν θεά δεν σε αγαπούν πίσω. Μπορείς να τα αγαπάς όσο θέλεις, αλλά δεν σε αγαπούν πίσω.

Δεν σου επιστρέφουν την αγάπη σου.

Ώπα όμως, φιλαράκι.

Δεν μου λες όμως εσύ, που τις βρίζεις και τις λες πουτάνες, ποιος πιστεύεις ότι τις έκανε έτσι;

Εσύ. Που τις έβαλες στο εξώφυλλο. Που τις ονειρεύτηκες. Που τις έφτιαξες ακριβώς στα μέτρα σου - αλλά μετά δεν είχες λεφτά να τις αποκτήσεις. Εσύ, ο άνδρας, που νόμιζες ότι είναι δωρεάν να τις κάνεις πουτάνες, αλλά τώρα πληρώνεις.

Ω, ρε φίλε, πόσο ακριβά πληρώνεις.

Είναι όλες έτσι; όχι. Δεν είναι όλες πουτάνες. Δεν ξεπουλιούνται για να ανήκουν στο τζετ σετ. Στους βι αει πι. Στα φλας.

Και τούτο εδώ, δεν το γράφω γιατί θέλω να στρώσω τα πουτανάκια που ξεπουλιούνται για μία καλή θέση πάρκινγκ.

Θέλω εσύ όμορφο κοριτσάκι ή κοπέλα που διαβάζεις τούτο το blog, και βρεθείς στο δίλημμα “να ξεπουληθώ ή όχι” (σπάνια θα είσαι τυχερή και θα βρεις τόσο καθαρά το ερώτημα) να μην ακούσεις μόνο το Alter, το Star και την Espresso που λέει τι τέλεια είναι η Τζίνα, αλλά να ακούσεις και τον κακομοίρη τον KoUrSaRo που έζησε με την καρδιά του, και επέλεγε να έχει δίπλα του γυναίκες που αξιολογούσαν αυτά που πιστεύει αυτός ότι είναι ουσιώδη (ένα φιλί, μια αγκαλιά, μία ματιά και όχι το ευρώ), και κατάλαβε τι σημαίνει να τον αγαπούν, και να αγαπά, και να καταλάβεις ότι είτε θα ζήσεις με την καρδιά σου είτε θα υπάρχουν άνθρωποι που θα σε κοιτάξουν μία μέρα, θα σε ακούσουν στην τηλεόραση και θα πουν -

“Το κακόμοιρο το πουτανάκι…”

και θα εννοούν εσένα.

1 σχόλιο:

  1. έγραψες φιλος Koursaros!respect!δεν εχω να πω τιποτα αλλο!καταφερες μεσα σε δεκα γραμμες να συννοψισεις το μεγαλυτερο ποσοστο της αντρικης γνωμης!τωρα αν δε παρουν το μηνυμα τα πουτανακια που κυκλοφορουν ελευθερα,κακο του κεφαλιου τους!δυστυχως για αυτες και ευτυχως για μας,δεν ειναι ολες ιδιες...!

    ΑπάντησηΔιαγραφή