Κυριακή 12 Απριλίου 2009

Της πουτάνας το κάγκελο

Στους περισσότερους από μας, το όνομα της Νόρμα Αλμόντοβαρ, δεν λέει τίποτα. Η Νόρμα λοιπόν έχει μια πολύ περίεργη ιστορία. Πάνω από μία δεκαετία ήταν υψηλόβαθμη αξιωματικός της αστυνομίας του Λος Άντζελες. Η κατάσταση όμως που επικρατούσε εκεί ήταν αφόρητη για το χαρακτήρα της Νόρμα. Υπήρχε τεράστια διαφθορά στην υπηρεσία της. Όλοι τα «έπαιρναν» από όλους. Είχε χαθεί η τιμιότητα και η αξιοπιστία της αστυνομίας. Και δεν ήταν μόνο αυτό.

Οι πιέσεις που δεχόταν από τους προϊσταμένους της για να κάνει τα στραβά μάτια, σε δεκάδες περιπτώσεις, την είχαν πνίξει. Είχε πλέον κουραστεί. Δεν ήταν αυτό που είχε ονειρευτεί για την υπηρεσία της και τη ζωή της. Η «καθαρότητα» της, δεν την άφησε να συνεχίσει στην αστυνομία. Παραιτήθηκε και αποφάσισε να ακολουθήσει το τιμιότερο κατά την γνώμη της επάγγελμα. Άρχισε λοιπόν να εκδίδεται. Έγινε επαγγελματίας πόρνη. Το αρχαιότερο αλλά και το τιμιότερο επάγγελμα κατά τη γνώμη της. Αυτό φυσικά δεν μπορούσαν να το δεχτούν οι «αξιότιμοι» πρώην συνάδελφοί της. Αυτό χαλούσε τη φήμη της υπηρεσίας τους. Έπρεπε να δράσουν και σύντομα. Έτσι χωρίς ιδιαίτερο λόγο η Νόρμα βρέθηκε στη φυλακή. Το βιβλίο της ‘Από μπάτσος πουτάνα – Γιατί εγκατέλειψα το Σώμα για να ζήσω μια τίμια ζωή ως πόρνη του Μπέβερλι Χίλς’ κυκλοφόρησε το 1993 και είναι εκπληκτικό.

Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί οι πόρνες έχουν αυτήν την αντιμετώπιση. Για μένα αποτελούν ίσως από τα πιο καθαρά κομμάτια της σάπιας κοινωνίας μας. Ίσως να φανώ υπερβολικός αλλά εγώ το επάγγελμά τους το κατατάσσω στα λειτουργήματα. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει πως η επιθυμία για σεξ είναι κάτι πολύ φυσιολογικό; Το ίδιο δεν είναι και η πείνα μας; Η επιθυμία για φαγητό; Άρα και τα εστιατόρια και οι ταβέρνες είναι ανήθικα μέρη. Θα μου πείτε πως τα «ισοπεδώνω» όλα. Σωστά. Αλλά είναι και ο μόνος τρόπος για να δείξω το κοινωνικό έργο που προσφέρουν αυτές οι γυναίκες. Είναι μια πραγματικότητα που υπάρχει από τότε που υπάρχει ο κόσμος. «Όλοι οι εργαζόμενοι πωλούν κάποιο μέρος του σώματος τους. Οι αθλητές, οι ηθοποιοί, οι εργάτες των εργοστασίων… Οι αξιόλογες ηθικές κρίσεις είναι υπόθεση του κάθε ενήλικου ατομικά», γράφει η Νόρμα Αλμόντοβαρ στο βιβλίο της.

Κάθομαι και ακούω τη «Ρόζα» του Μητροπάνου. Μόνο αλήθειες λέει τελικά αυτό το τραγούδι. Πόσα παιδιά ήρθαν δειλά να βρουν το «αντριλίκι» τους και σ’ ακουμπήσαν το χαρτζιλίκι τους. Απίστευτα αληθινός στίχος. Πόσα αγόρια δεν γίνανε άντρες μέσα σε ένα οίκο ανοχής; Πόσοι δεν αναζήτησαν την πρώτη τους σαρκική επαφή σε μία τέτοια γυναίκα; Άλλοι με το ζόρι, άλλοι μόνοι ή με κάποιο φίλο. Λίγο πολύ αυτές οι ιστορίες μοιάζουν απίστευτα μεταξύ τους. Μπορεί να ήταν μόνο λίγα λεπτά απόλαυσης. Λίγα λεπτά ηδονής. Μπορεί να μην χρειάστηκε να πουν τίποτε. Αλλά εκεί ήταν η αρχή της σεξουαλικής τους ζωής. Χωρίς κανένα πόθο. Χωρίς καθόλου έρωτα. Αλλά θα μείνει μια ανάμνηση ζωής. Δεν είναι μια οποιαδήποτε επαφή.

Και σε άλλες χρονικές στιγμές της ζωής ενός άντρα θα βρούμε τις εκδιδόμενες γυναίκες. Σημαντική στιγμή για τον άντρα ο στρατός. Σημαντική και η έλλειψη του σεξ την περίοδο αυτή. Σε ένα περιβάλλον όπου όλα τα προβλήματα μεγεθύνονται η έλλειψη αυτή δείχνει από τις πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμες. Και εδώ όμως θα βρεθεί ένας οίκος ανοχής, μια πόρνη για να «σώσει» το φαντάρο από την σεξουαλική απόγνωση. Και θα βρεθούν και πολλές άλλες τέτοιες στιγμές στη ζωή του άντρα. Ανάλογα με τις ηθικές αναστολές του και την προσποιητή σοβαρότητα του τα βήματα του θα τον φέρουν στο κατώφλι ενός τέτοιου σπιτιού με μια κόκκινη λάμπα από έξω.

Υπηρεσία στην κοινωνία λοιπόν. Υπηρεσία σε κάθε τύπο ανθρώπου. Στερημένοι, παρθένοι, έφηβοι ακόμα και περίεργοι. Βέβαια και πολύ χειρότερες περιπτώσεις. Ένα καραβάνι από βρόμικους, άσχημους, γέρους, ανώμαλους, βιτσιόζους και παρανοϊκούς. «Ο καλός ο μύλος, όλα τα αλέθει» λέει η λαϊκή σοφία. Λέτε να εννοεί και τις πόρνες;

Ποιες είναι όμως αυτές οι κυρίες που, με χρήματα βέβαια, επιλέγουν να προσφέρουν την ψυχή και το σώμα τους σε όλους εμάς τους αχόρταγους; Πως δέχονται να στιγματιστούν από την κοινωνία; Πως δέχονται να παίζουν την ζωή τους έτσι εύκολα; Δύσκολα να βρεθεί μια απάντηση. Κάθε μια τους είναι και μια διαφορετική ιστορία. Άλλες εκπορνεύονται επειδή τους αρέσει. Άλλες θεωρούν πως προσφέρουν υπηρεσία στην κοινωνία. Άλλες πάλι βαριούνται την υποκρισία του κόσμου. Τις περισσότερες όμως τις οδήγησαν κάποιοι άλλοι σ’ αυτό το δρόμο. Δεν τον επέλεξαν οι ίδιες. Και αν μάθεις μια δουλειά… Αφήστε που είπαμε πως είναι από τις καθαρότερες δουλειές. Μεταφορικά και πραγματικά. Αυτά περί σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων είναι ένας μύθος για το μαζικό υποσυνείδητο. Επειδή σε σχέση με όλους εμάς το σεξ για τις ιερόδουλες είναι επάγγελμα, γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα τα μέτρα πρόληψης και προφύλαξης. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης της προστατεύει πολύ περισσότερο από όλους εμάς τους ερασιτέχνες του είδους.

Τώρα βέβαια θα αναρωτιέστε γιατί μια τόσο καλή τάξη γυναικών την αντιμετωπίζουμε οι περισσότεροι με καταφρόνηση. Εδώ πρέπει να ψάξουμε βαθιά μέσα μας τον μισογυνισμό μας. Αυτό ισχύει για άντρες και γυναίκες. Γιατί άντες οι άντρες καλά, αλλά και οι γυναίκες κρύβουν έναν υποσυνείδητο μισογυνισμό και ειδικά όταν πρόκειται για τις εκδιδόμενες γυναίκες. Βέβαια κυρίαρχο ρόλο στην αντίθεση μας προς εκείνες παίζει η θρησκεία. Θα μου πείτε πως είναι πολύ φυσικό. Και που είναι ρε παιδιά το φυσικό; Και εδώ να μπλεχτεί η θρησκεία; Και εδώ να έχουν άποψη οι ιερείς και οι αρχιερείς; Φτάνει πια σε αυτήν την υποκρισία. «Μεγαλώσαμε» πια και δεν θα δεχτούμε και εδώ υποδείξεις. Βέβαια όσον αφορά την γενικότερη κοινωνία, μέρα με τη μέρα, η αντιμετώπιση των ιερόδουλων αλλάζει. Μπορεί να μην της αντιμετωπίζει ακόμα με την ευλάβεια που απολάμβαναν κάποτε οι ιερές πόρνες της αρχαιότητας, αλλά το σύγχρονο Δημοκρατικό Πολίτευμα εξασφαλίζει στις εκδιδόμενες γυναίκες τον σεβασμό και την προστασία για την ελεύθερη άσκηση του επαγγέλματος τους.

Σεβασμός και αγάπη λοιπόν και σε αυτόν τον κλάδο εργαζομένων. Ας αναλογιστούμε λίγο την προσφορά τους. Ας σκύψουμε πάνω από τα προβλήματα τους. Φτάνει πια η υποτίμηση. Δεν χρειάζεται να είναι οι μάνες μας ή οι αδελφές μας για να τους δείξουμε τα αγνά μας αισθήματα. Και αν μας είναι δύσκολο αυτό, τουλάχιστον να μην τις προσβάλουμε και να μην τις στιγματίζουμε με τα λόγια και τις πράξεις μας. Τα κόκκινα φανάρια, τα μισογκρεμισμένα νεοκλασικά, ο χαμηλός φωτισμός και το περίεργο αλλά έντονο άρωμα αυτών των χώρων, αν δεν αποτελεί μια ανάμνηση η ίσως και τρόπο ζωής μας, ας μην γίνει τόπος περιφρόνησης και χυδαιολογίας μας. «Οι φυλακές χτίζονται με τις πέτρες του Νόμου και τα πορνεία με τις πλίνθους της Θρησκείας» είπε κάποτε κάποιος. Και πιστέψτε με. Ήξερε πολλά περισσότερα από μας πάνω στο θέμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου